- συνταγολόγιο
- τοβιβλίο όπου σημειώνονται από το φαρμακοποιό οι συνταγές που εκτελούνται κάθε μέρα.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
συνταγολόγιο — το, Ν 1. (φαρμ.) κατάλογος τών εγκεκριμένων φαρμάκων που μπορούν να συνταγογραφηθούν από το Εθνικό Σύστημα Υγείας ή από τους κλάδους υγείας τών διαφόρων ασφαλιστικών ταμείων 2. βιβλίο στο οποίο γράφονται οι συνταγές που εκτελούνται καθημερινά.… … Dictionary of Greek
Meloxicam — Systematic (IUPAC) name 4 hydroxy 2 methyl N (5 methyl 2 thiazolyl) 2H 1,2 benzothiazine 3 carboxamide 1,1 dioxide. Clinical data Trade names … Wikipedia
Ιβόν, Πολ — (Paul Yvon, 1848 – 1913). Γάλλος φαρμακολόγος. Ασχολήθηκε με την επιστημονική έρευνα στη χημεία και ανακάλυψε την επίδραση του υποβρωμιώδους άλατος στην ουρία. Το 1878 κατασκεύασε ένα ουριόμετρο. Στα χρόνια που ακολούθησαν επινόησε ένα… … Dictionary of Greek
Σέελε, Καρλ Βίλχελμ — (Scheele). Σουηδός χημικός (Στράλσουντ 1742 Καίπινγκ 1786). Από φτωχή οικογένεια, σε ηλικία 14 ετών προσελήφθη μαθητευόμενος σ’ ένα φαρμακείο του Γκότενμπουργκ. Μελέτησε τα λίγα βιβλία και το συνταγολόγιο του φαρμακείου, αλλά ασχολήθηκε ιδιαίτερα … Dictionary of Greek